Περίληψη:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Ο εντερικός μικροβιόκοσμος θεωρείται από τις σημαντικές παραμέτρους που επηρεάζουν την υγεία του ανθρώπου και μεταβάλλεται σε καταστάσεις που διαταράσσεται η ομοιόσταση, όπως η παχυσαρκία. Ενώ υπάρχουν αναφορές για τις μεταβολές που συμβαίνουν στη διαδικασία απώλειας βάρους, δεν έχει μελετηθεί η συμβολή του εντερικού μικροβιόκοσμου στη διατήρηση της απώλειας αυτής σε βάθος χρόνου.
ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να αποτυπώσει χαρακτηριστικά του εντερικού μικροβιόκοσμου και των γαστρεντερικών συμπτωμάτων ενός τυχαίου δείγματος του ελληνικού ενήλικου πληθυσμού, οι οποίοι συμμετείχαν στην επιδημιολογική μελέτη MedWeight και τη διερεύνηση πιθανών αλληλεπιδράσεων με ανθρωπομετρικές και διατροφικές παραμέτρους στην περίπτωση της απώλειας βάρους.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: 528 εθελοντές (>18 ετών) συμμετείχαν στη μελέτη MedWeight (362 διατηρούντες και 166 επανακτήσαντες). Κριτήρια ένταξης στη μελέτη ήταν η απώλεια ≥10 % του βάρους τους στο παρελθόν, το οποίο είτε το είχαν διατηρήσει είτε όχι. Σε 15 από αυτά τα άτομα, (8 διατηρούντες και 7 επανακτήσαντες) μελετήθηκαν περεταίρω τα ανθρωπομετρικά και γαστρεντερικά χαρακτηριστικά. Πραγματοποιήθηκε διατροφική αξιολόγηση και προσπάθεια εκτίμησης του Εντερικού Μικροβιόκοσμου, μετά από μικροβιολογικό έλεγχο των κοπράνων τους.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Στο αρχικό δείγμα οι επανακτήσαντες εμφανίζουν μεγαλύτερη ηλικία, βάρος και ΔΜΣ (p< 0,001). Στη γαστρεντερική συμπτωματολογία ο αριθμός των κενώσεων είναι μεγαλύτερος και στις δυο ομάδες μετά τη προσπάθεια απώλειας των κιλών (p< 0,001). Μικρότερος αριθμός διατηρούντων παρουσίασαν συμπτώματα γαστρο-οισοφαγικής παλινδρόμησης ή καύσου ανά εβδομάδα πριν τη προσπάθεια της απώλειας (p= 0,037). Τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά, η φυσική κατάσταση, οι ημερήσιες θερμιδικές ανάγκες και οι μέσοι όροι πρόσληψης των θρεπτικών συστατικών και διαιτητικών ινών του δείγματος των δυο υποομάδων δεν παρουσίασαν σημαντική διαφορά.
Στην ομάδα των 15 ατόμων, μετά από τον έλεγχο των κοπράνων παρατηρούνται διαφορές μεταξύ των δυο υποομάδων τόσο στο χρώμα όσο και στη διαβάθμιση σύμφωνα με την κλίμακα Bristol. Σε όλους τους εθελοντές καταμετρήθηκαν ολικά κολίμορφα και E.coli, εντερόκοκκοι, λακτοβάκιλλοι, μπιφοδοβακτήρια και βακτήρια του γένους Bacteroides. Αντιθέτως δεν εμφάνισαν όλοι σταφυλόκοκκους, S.aureus, κλωστρίδια, ζύμες και μυκηλιακούς μύκητες. Οι διατηρούντες εμφανίζουν οριακά σημαντικά μεγαλύτερους ολικούς αερόβιους και αναερόβιους μικροβιακούς πληθυσμούς. Αντίθετα ο πληθυσμός των μυκήτων εμφανίζεται μικρότερος στην ομάδα των διατηρούντων σε σχέση με τους επανακτήσαντες.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η απώλεια βάρους επηρεάζει τις γαστρεντερολογικές συνήθειες και τα συμπτώματα των εθελοντών. Η διατήρηση της απώλειας βάρους σχετίζεται οριακά θετικά με τους ολικούς αερόβιους και αναερόβιους μικροβιακούς πληθυσμούς, ενώ σχετίζεται αρνητικά με τα επίπεδα των πληθυσμών των μυκήτων. Η σύσταση του εντερικού μικροβιόκοσμου πιθανόν να μπορεί να επηρεάσει τη δυνατότητα του ξενιστή να διατηρήσει την απώλεια βάρους. Απαιτείται η διενέργεια μελέτης με μεγαλύτερο αριθμό εθελοντών και πληρέστερο μικροβιολογικό έλεγχο.
Λέξεις-κλειδιά:
εντερικός μικροβιόκοσμος, απώλεια βάρους, διατηρούντες, επανακτήσαντες, γαστρεντερικά συμπτώματα
Περιγραφή:
89 σ., εικ., πίν., διαγρ., σχ.