Νεότεροι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και διατροφικές συνήθειες σε δείγμα γενικού πληθυσμού

Διδακτορική Διατριβή 8144 436 Αναγνώσεις

Πρωτότυπος Τίτλος:
Νεότεροι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και διατροφικές συνήθειες σε δείγμα γενικού πληθυσμού
Συγγραφέας:
Τζήμα, Ναταλία
Περίληψη:
Σκοπός: Η μελέτη διατροφικών συνηθειών και ιδιαίτερα της προσήλωσης στην Μεσογειακή διατροφή σε σχέση με νεότερους παράγοντες κινδύνου για στεφανιαία νόσο και η ανάδειξη των υποκείμενων παθοφυσιολογικών μηχανισμών. Υλικό-Μέθοδος: Το δείγμα προερχόταν από την συγχρονική μελέτη ΑΤΤΙΚΗ. Από το 2001 ως το 2002, 1528 γυναίκες και 1514 άνδρες, ελεύθεροι καρδιαγγειακής νόσου και > 18 ετών, από την περιοχή της ΑΤΤΙΚΗΣ, δέχτηκαν να συμμετάσχουν στην μελέτη. Η δειγματοληψία ήταν τυχαία, πολυσταδιακή, στρωματοποιημένη (ανά ηλικιακή κατηγορία και φύλο) και αναλογική (με βάση τον πληθυσμό των Δήμων και Κοινοτήτων της Υπερνομαρχίας ΑΤΤΙΚΗΣ καθώς επίσης και των νομαρχιών Ανατολικής και Δυτικής ΑΤΤΙΚΗΣ). Οι παράμετροι που διερευνήθηκαν αφορούσαν σε κοινωνικοδημογραφικά, ανθρωπομετρικά, κλινικά (υπέρταση, υπερχοληστερολαιμία, σακχαρώδης διαβήτης, παχυσαρκία, κεντρική παχυσαρκία, μεταβολικό σύνδρομο) και εργαστηριακά χαρακτηριστικά. Μετρήθηκαν: λιπίδια αίματος, οξειδωμένη LDL-χοληστερόλη, γλυκόζη, ινσουλίνη, ουρικό οξύ, τρανσαμινάσες, C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, ιντερλευκίνη 6, παράγων νέκρωσης των όγκων α, αμυλοειδές Α ορού, ινωδογόνο, ολική αντιοξειδωτική ικανότητα και υπολογίστηκε το μοντέλο ομοιόστασης HOMA-R και HOMA-B. Μέσω ερωτηματολογίων συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων, προσδιορίστηκαν οι διατροφικές συνήθειες των συμμετεχόντων ενώ για την εκτίμηση της προσήλωσης στο Μεσογειακό διατροφικό πρότυπο δημιουργήθηκε ο δείκτης προσήλωσης στην Μεσογειακή διατροφή (MedDietScore) με εύρος τιμών 0-55, όπου υψηλότερες τιμές ήταν ενδεικτικές υψηλότερης προσήλωσης σε αυτό. Αποτελέσματα: Κατά την κατάταξη του δείγματος σε νορμογλυκαιμικούς και σε προδιαβητικούς/διαβητικούς, στην ομάδα των νορμογλυκαιμικών, μια αύξηση 10 μονάδων στον δείκτη προσήλωσης στην Μεσογειακή διατροφή, σχετίστηκε με μείωση κατά 1,25 mg/dl της γλυκόζης νηστείας (p=0,05), κατά 7,2 µU/mL μείωση των επιπέδων ινσουλίνης (p=0,005) καθώς και 40% μείωση της ινσουλινοαντίστασης (p=0,04). Σε άτομα χωρίς διαβήτη, πολυπαραγοντική ανάλυση έδειξε σχέση του κρέατος τόσο με την ινσουλίνη και το HOMA-R, όσο και με την γλυκόζη• για κάθε μερίδα κρέατος που καταναλωνόταν ημερησίως, παρατηρήθηκε αύξηση της γλυκόζης κατά 0,42mg/dl και αύξηση της ινσουλίνης κατά 0,32μU/ml. Σε άτομα υπέρβαρα/παχύσαρκα, με πολυπαραγοντικό μοντέλο, διαπιστώθηκε ανεξάρτητη σχέση του δείκτη προσήλωσης της Μεσογειακής διατροφή με την αντίσταση στην ινσουλίνη-HOMA-R (p=0,09), τα επίπεδα ολικής χοληστερόλης (p=0,05) και τα επίπεδα συστολικής πιέσεως (p=0,08). Σε άτομα με κεντρική παχυσαρκία, αύξηση 10 μονάδων στον δείκτη προσήλωσης στην Μεσογειακή διατροφή συνδυαζόταν με 27% μείωση της πιθανότητας να έχει κάποιος υψηλά επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, δηλαδή> 3mg/dl (σχετικός λόγος=0,97, 95% διαστήματα εμπιστοσύνης: 0,58-0,94), λαμβανομένων υπόψιν διαφόρων συγχυτικών παραγόντων ενώ η τήρηση μιας διατροφής εγγύς στο Μεσογειακό διατροφικό πρότυπο (δείκτης προσήλωσης >30) σε συνδυασμό με μέτρια ή έντονη σωματική δραστηριότητα, συνδέονται με 72% μικρότερη πιθανότητα, να έχει κανείς αυξημένα επίπεδα C- αντιδρώσας πρωτεΐνης. Στα άτομα με χαμηλή ή μέτρια προσήλωση στην Μεσογειακή διατροφή, υψηλές τιμές AST/ALT δείχνουν μειωμένη πιθανότητα παρουσίας του μεταβολικού συνδρόμου, μετά από προσαρμογή ως προς την ηλικία, το φύλο, την σωματική δραστηριότητα, το κάπνισμα και τον δείκτη μάζας σώματος (p=0,05 και p=0,09 αντιστοίχως) ενώ στα άτομα εγγύς της Μεσογειακής διατροφής, η προαναφερθείσα σχέση έπαυε να είναι στατιστικά σημαντική (p=0,51). Οι παραπάνω σχέσεις δεν τροποποιήθηκαν ακόμα και όταν η ποσότητα του προσλαμβανομένου αλκοόλ ελήφθη υπόψη. Επίσης, στα άτομα με χαμηλή προσήλωση στην Μεσογειακή διατροφή, οι υψηλές τιμές C-αντιδρώσας πρωτεΐνης καθώς και παράγοντα νέκρωσης όγκων-α, συνδέονταν με αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος, μετά από προσαρμογή ως προς συγχυτικούς παράγοντες (p=0,007 και p=0,002 αντιστοίχως), ενώ στα άτομα με μέτρια ή υψηλή προσήλωση στην Μεσογειακή διατροφή, η προαναφερθείσα σχέση παύει να είναι στατιστικά σημαντική. Μία άνοδος 10 μονάδων του δείκτη προσήλωσης στην Μεσογειακή διατροφή, σχετιζόταν με αύξηση 14 µmol/L στην ολική αντιοξειδωτική ικανότητα αλλά και μείωση 6,3 U/L των συγκεντρώσεων της οξειδωμένης LDL, ακόμα και αφού ελήφθησαν υπόψη διάφοροι συγχυτικοί παράγοντες. Η κατανάλωση φρούτων (= 0,34, p<0,001), λαχανικών (= 0,31, p<0,001) και ελαιολάδου (= 0,54, p = 0,002) συσχετιζόταν θετικά με την ολική αντιοξειδωτική ικανότητα ενώ αρνητική συσχέτιση της τελευταίας υπήρξε με την κατανάλωση κόκκινου κρέατος (=–0,35, p=0,02). Όσον αφορά στην οξειδωμένη LDL-χοληστερόλη διαπιστώθηκε ανάστροφη σχέση αυτής με την κατανάλωση φρούτων (= –0,18, p=0,03), λαχανικών (= –0,19, p =0,03) και ελαιολάδου (=–0,48, p=0,01). Συμπεράσματα: Η Μεσογειακή διατροφή συνδέεται με καλύτερους δείκτες γλυκαιμικής ομοιόστασης σε νορμογλυκαιμικά άτομα που προέρχονται από τον ελεύθερα σιτιζόμενο πληθυσμό. Επίσης, η υψηλότερη κατανάλωση κόκκινου κρέατος, τυπικού συστατικού μιας δυτικού τύπου διατροφής, από άτομα ελεύθερα καρδιαγγειακών νοσημάτων και σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη αντίσταση στην ινσουλίνη. Τα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα που τηρούν μια διατροφή κοντά στο Μεσογειακό πρότυπο, έχουν βελτιωμένο γλυκαιμικό-λιπιδαιμικό προφίλ και επίπεδα αρτηριακής πιέσεως, σε σύγκριση με τα απομακρυσμένα από το εν λόγω πρότυπο άτομα. Στα άτομα με κεντρική παχυσαρκία, τα επίπεδα C- αντιδρώσας πρωτεΐνης μπορούν να μειωθούν με την υιοθέτηση ενός τρόπου ζωής που περιλαμβάνει Μεσογειακή διατροφή και μέτρια προς έντονη φυσική δραστηριότητα. Επιπλέον, η Μεσογειακή διατροφή συνδέεται θετικά με τον λόγο αμινοτρανσφερασών AST/ALT και τροποποιεί την σχέση του λόγου αυτού με το μεταβολικό σύνδρομο. Έτσι, σε άτομα με υψηλή προσήλωση στο Μεσογειακό διατροφικό πρότυπο, μεταβολές του λόγου των αμινοτρανσφερασών δεν επηρεάζουν την πιθανότητα παρουσίας μεταβολικού συνδρόμου και αντίστροφα. Επίσης, η Μεσογειακή διατροφή τροποποιεί την σχέση ουρικού οξέος με διαφόρους δείκτες φλεγμονής. Έτσι, το ουρικό οξύ συμπεριφέρεται ως μόριο αντανακλών την χρόνια συστηματική φλεγμονή μόνο στα άτομα που τηρούν μια διατροφή δυτικού τύπου, μακριά από το Μεσογειακό διατροφικό πρότυπο. Τέλος, η Μεσογειακή διατροφή σχετίζεται με αυξημένη ολική αντιοξειδωτική ικανότητα και με μειωμένη οξειδωμένη LDL-χοληστερόλη. Ο αντιαθηρογόνος ρόλος της Μεσογειακής διατροφής μπορεί -τουλάχιστον σε έναν βαθμό- να ερμηνευτεί από την βελτίωση της αντίστασης στην ινσουλίνη, την μείωση της φλεγμονής (ακόμα και σε ομάδες υψηλού κινδύνου) και τροποποίηση φλεγμονώδους συμπεριφοράς μορίων, την αποσύνδεση του μεταβολικού συνδρόμου από διεργασίες που συμβαίνουν στο ήπαρ και ακόμη, από τον περιορισμό της οξείδωσης.
Ημερομηνία κατάθεσης:
2010-05-31
Γλώσσες Τεκμηρίου:
Ελληνικά
Θεματικές Κατηγορίες:
Διατροφή (Γενικά). DRI’s
Ασθένειες του κυκλοφορικού (Καρδιαγγειακού) συστήματος
Λοιπά Θέματα:
Μεσογειακή δίαιτα
Διατροφικές συνήθειες - Υγιειονολογικές απόψεις
Καρδιαγγειακό σύστημα - Ασθένειες - Παράγοντες κινδύνου
Καρδιαγγειακό σύστημα - Ασθένειες - Διαιτολογικές απόψεις
Ασθένειες της στεφανιαίας - Διαιτολογικές απόψεις
Περιγραφή:
168 σ. : εικ., πίν.
Άδεια χρήσης:
19429 Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Όχι Παράγωγα Έργα 4.0

, Tzima.pdf