Περίληψη:
Η αφυδάτωση επηρεάζει αρνητικά την αθλητική απόδοση, τις γνωστικές λειτουργίες και την υγεία γενικότερα, συμβάλλοντας στην εξέλιξη διαφόρων χρόνιων νόσων. Η αυξημένη πρόσληψη διαιτητικής πρωτεΐνης σχετίζεται γραμμικά με την παραγωγή και την απέκκριση ουρίας. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να εξετάσει την επίδραση της διαιτητικής πρωτεΐνης στην ισορροπία υγρών, αξιολογώντας δείκτες υδάτωσης σε τρία διαφορετικά επίπεδα πρόσληψης πρωτεΐνης: χαμηλό, ενδιάμεσο, υψηλό. Το δείγμα της μελέτης αποτέλεσαν 6 υγιείς άνδρες. Οι εθελοντές ακολούθησαν για 3 ημέρες δίαιτα ενδιάμεση σε πρωτεΐνη (1.32 ± 0.60 g/kg ΣΒ), για 3 ημέρες δίαιτα χαμηλή σε πρωτεΐνη (0.84 ± 0.10 g/kg ΣΒ) και για 1 ημέρα, με πρόσληψη συμπληρώματος πρωτεΐνης, δίαιτα υψηλή σε πρωτεΐνη (2.39 ± 0.25 g/kg ΣΒ). Η πρόσληψη υγρών ήταν ελεύθερη. Για την αξιολόγηση της κατάστασης υδάτωσης μετρήθηκαν το σωματικό βάρος, το ειδικό βάρος των ούρων (USG), το χρώμα των ούρων, οι συγκεντρώσεις νατρίου και καλίου ούρων και οι συγκεντρώσεις νατρίου και καλίου ορού. Οι τιμές του USG και των συγκεντρώσεων ηλεκτρολυτών δεν διέφεραν στατιστικά σημαντικά μεταξύ των τριών επιπέδων πρόσληψης πρωτεΐνης. Οι τιμές του χρώματος ούρων διέφεραν στατιστικά σημαντικά μεταξύ χαμηλής και υψηλής πρωτεϊνικής πρόσληψης (5.8 ± 1.2 vs. 4.3 ± 1.4, p=0.02). Οι τιμές του σωματικού βάρους διέφεραν στατιστικά σημαντικά μεταξύ της ενδιάμεσης πρόσληψης πρωτεΐνης και των άλλων δύο μετρήσεων, αλλά παρέμειναν σταθερές κατά τη μετάβαση από τη δίαιτα χαμηλής πρωτεΐνης στη δίαιτα υψηλής πρωτεΐνης. Με βάση τα αποτελέσματα αυτά, η αυξημένη διαιτητική πρόσληψη πρωτεϊνών, όταν η πρόσληψη υγρών είναι ελεύθερη, δεν φαίνεται να ασκεί αρνητική επίδραση στην κατάσταση υδάτωσης.