Περίληψη:
Οι ηλικιωμένοι αντιπροσωπεύουν ένα αυξανόμενο τμήμα του Ευρωπαϊκού πληθυσμού,
κυρίως λόγω της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης και της μείωσης της νεογνικής θνησιμότητας.
Προσπάθειες για την πιστοποίηση δεικτών θνησιμότητας ή μακροβιότητας περιλαμβάνουν την
εκτίμηση δημογραφικών στοιχείων, παραγόντων του τρόπου ζωής, διατροφικών συνήθειών,
βιοχημικών δεικτών, παραγόντων φλεγμονής και γενετικού υπόβαθρου.
Στην παρούσα έρευνα μελετήθηκαν δημογραφικά στοιχεία, ιατρικό ιστορικό, διατροφικές
συνήθειες, βιοχημικοί δείκτες (ολική χοληστερόλη, HDL-C, LDL-C, τριγλυκερίδια, γλυκόζη), ο
δείκτης μάζας σώματος και η αρτηριακή πίεση σε δείγμα 435 (288 γυναίκες και 147 άντρες)
ηλικιωμένων άνω των 60 ετών (Μ±SD: 73,70±7,0 έτη). Παράλληλα, μετρήθηκε η C-αντιδρώσα
πρωτεΐνη (CRP) και η συχνότητα εμφάνισης του πολυμορφισμού –286 C/T/A στο γονίδιο της CRP.
Τα αποτελέσματα έδειξαν αυξημένη συχνότητα εμφάνισης υπέρβαρου (40,2%) και
παχυσαρκίας (48,0%) στους ηλικιωμένους, αυξημένη συχνότητα εμφάνισης υπέρτασης (76,4%), και
υπερχοληστερολαιμίας (77,8%). Οι ηλικιωμένες γυναίκες εμφάνιζαν υψηλότερο δείκτη μάζας
σώματος και ολικής χοληστερόλης από τους άντρες. Η συχνότητα εμφάνισης των αλληλομόρφων
για τον πολυμορφισμό –286C/T/A του γονιδίου της CRP ήταν C: 51,0%, T: 41,3% και Α: 7,7%.
Βρέθηκε σημαντική συσχέτιση του πολυμορφισμού με τα επίπεδα της CRP. Τα άτομα με γονότυπο
CA ή ΤΑ εμφάνιζαν υψηλότερα επίπεδα CRP συγκριτικά με τα άτομα CC και τα άτομα CT (M±SD:
4,65±3,3 mg/dl έναντι 2,02±2,2 mg/dl, p<0,001, και έναντι 2,75±2,5 mg/dl, p=0,014, αντίστοιχα).
Τα επίπεδα CRP είχαν σημαντική θετική επίδραση από το δείκτη μάζας σώματος (β=0,259,
p<0,001) και αρνητική επίδραση από την κατανάλωση θαλασσινών (β=-0,128, p=0,039).