Περίληψη:
Οι στόχοι της διατριβής αυτής ήταν η μελέτη της σταθερότητας της παιδικής παχυσαρκίας και των προβλεπτικών παραγόντων, η επίδραση της καρδιοαναπνευστικής ευρωστίας (CRF) και της διατροφικής συχνότητας στην παιδική παχυσαρκία και η επίδραση της παιδικής παχυσαρκίας στην ινσουλινοαντίσταση. Επιπλέον, σχεδιάσαμε ένα διατροφικό δείκτη (CODI) για την πρόβλεψη της παχυσαρκίας και ένα θεραπευτικό πρωτόκολλο για την αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας.
Αποτελέσματα : 1) Ο ΒΜΙ (r=0.77, p<0.001) και η περίμετρος μέσης (WaistC) (r=0.81, p<0.001) εμφάνισαν την υψηλότερη σταθερότητα μεταξύ των αξιολογούμενων δεικτών. Το 76,5% των παιδιών παρέμεινε παχύσαρκο μετά τα 5 χρόνια, ενώ τα μισά από τα παχύσαρκα παιδιά στην τελική αξιολόγηση ήταν αρχικά παχύσαρκα, 2) Το φύλο, η ωρίμανση του παιδιού και η αρχική WaistC, η CRF και ο ΒΜΙ της μητέρας εξήγησαν το 76% της μεταβλητότητας του ΒΜΙ και της WaistC μετά τη διετή παρακολούθηση, 3) Τα υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά με υψηλή CRF είχαν χαμηλότερες τιμές δερματικών πτυχών, ΒΜΙ και σωματικό λίπος, από τα παιδιά της ίδιας κατηγορίας ΒΜΙ με χαμηλότερη CRF (p>0.01), 4) Τα παχύσαρκα παιδιά παρουσίασαν υψηλότερα ΗΟΜΑ-IR, CRP και λιπίδια αίματος, συγκρινόμενα με αδύνατα παιδιά (p<0.01), 5) Τα παιδιά με υψηλή διατροφική συχνότητα παρουσίασαν χαμηλότερη ολική και κεντρική παχυσαρκία, από αυτά με χαμηλή διατροφική συχνότητα (p<0.05), παρά το ότι την υψηλότερη ενεργειακή πρόσληψη στα παιδιά με συχνή πρόσληψη τροφής, 6) Ο CODI συσχετίστηκε αντίστροφα με το ΒΜΙ (r=0.83, p<0.01) και με την πιθανότητα υπέρβαρου/παχύσαρκου (odds ratio=0.94, 95%CI 0.91-0.98), 7) Το ποσοστό υπέρβαρου και παχύσαρκου μειώθηκε σημαντικά (p<0.05), στους εφήβους που συμμετείχαν στο 6μηνο πρόγραμμα διαχείρισης βάρους, συγκρινόμενοι με την ομάδα ελέγχου.
Περιγραφή:
204 σ. : εικ., πίν., διαγρ., σχ.