Περίληψη:
Οι υπερκαταναλωτικές κοινωνίες που δημιούργησε ο άνθρωπος, με τις συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις και ανάγκες του, οδηγούν πλέον σε αδιέξοδο. Η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, η αλόγιστη χρήση των φυσικών πόρων και η έλλειψη ευαισθησίας, συμβάλλουν στην επιδείνωση των παγκόσμιων οικολογικών προβλημάτων. Το φαινόμενο της υπερκατανάλωσης, σηματοδοτεί μια σειρά δυσμενών επιπτώσεων και δυσεπίλυτων προβλημάτων, όπως είναι η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, αδιαφορώντας για τα προβλήματα της ρύπανσης και της εξάντλησης των ενεργειακών πηγών.
Η καταναλωτική μανία δεν διέπει μόνο τους ενήλικους καταναλωτές, άλλα και τα παιδιά. Σήμερα, τα παιδιά αποτελούν περισσότερο από ποτέ, τον κύριο στόχο του μάρκετινγκ, αφού προϊόντα και υπηρεσίες που απευθύνονται σ’ αυτά, κατακλύζουν συνεχώς την αγορά. Τις περισσότερες φορές, τα παιδιά και κυρίως οι έφηβοι γίνονται έρμαια της διαφήμισης και της μάρκας αφού τα καταναλωτικά πρότυπα της εποχής επηρεάζουν και επιβάλλουν με τον τρόπο τους την καταναλωτική συμπεριφορά τους.
Από την άλλη, η βιώσιμη ανάπτυξη (η ανάπτυξή εκείνη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των μελλοντικών γενιών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες), που αποτελεί την απάντηση στα περιβαλλοντικά ζητήματα, προϋποθέτει αλλαγές στα καταναλωτικά πρότυπα, στη νοοτροπία, στη συμπεριφορά και στον τρόπο ζωής.
Έτσι, δημιουργήθηκε ο προβληματισμός, πώς οι σημερινοί έφηβοι και μελλοντικοί πολίτες, που ζουν σε μια υπερκαταναλωτική κοινωνία και διαμορφώνουν ανάλογη καταναλωτική συμπεριφορά, θα αντιμετωπίσουν τα περιβαλλοντικά προβλήματα και θα επιδράσουν στην βιώσιμη ανάπτυξη.
Αυτός ο προβληματισμός, ήταν η αιτία για την σύλληψη της ιδέα για το θέμα της διπλωματικής μελέτης, που δεν είναι άλλο από την καταναλωτική συμπεριφορά των εφήβων και την επίδραση τους στην βιώσιμη ανάπτυξη.
Σκοπός της μελέτης, είναι να εντοπιστούν οι παράγοντες που επηρεάζουν την καταναλωτική συμπεριφορά των εφήβων, έτσι ώστε να σχηματιστεί το προφίλ του έφηβου καταναλωτή και να διαπιστωθεί πως θα επηρεάσει μελλοντικά τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Παράλληλα, στόχος της μελέτης αυτής είναι να γίνει διαχωρισμός των εφήβων καταναλωτών, ανάλογα με την ευαισθησία που παρουσιάζουν, σε θέματα περιβάλλοντος και να διαπιστωθεί η μελλοντική επίδραση που θα έχει η συμπεριφορά τους στην βιώσιμη ανάπτυξη.
Η δομή της μελέτης αποτελείται από δύο μέρη. Το πρώτο μέρος της μελέτης αποτελεί το θεωρητικό μέρος της που στηρίζεται σε βιβλιογραφικές πηγές και έγκυρα επιστημονικά περιοδικά και το δεύτερο μέρος αναφέρεται στη δειγματοληπτική έρευνα.
Πιο αναλυτικά, το πρώτο μέρος αποτελείται από τρία κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο, γίνεται αναφορά σε διάφορα μοντέλα καταναλωτική συμπεριφοράς. Στο δεύτερο κεφάλαιο, προσδιορίζονται οι παράγοντες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά του καταναλωτή και αναλύονται οι πιο σημαντικοί, οι οποίοι θεωρήθηκαν ότι είναι οι ατομικοί παράγοντες, οι ψυχολογικοί παράγοντες, οι κοινωνικοί, οι πολιτισμικοί, οι οικονομικοί, οι επικοινωνιακοί και οι δημογραφικοί παράγοντες. Στο τρίτο κεφάλαιο, γίνεται αναφορά στην έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης, στη σχέση μεταξύ βιώσιμης ανάπτυξης και κατανάλωσης, στη βιώσιμη κατανάλωση και σε διάφορές μελέτες που έχουν γίνει σε σχολεία για την γνώση των μαθητών σε διάφορα περιβαλλοντικά ζητήματα.
Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει τη δειγματοληπτική έρευνα και αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά για το πως πραγματοποιήθηκε η δειγματοληπτική έρευνα και παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της με την βοήθεια πινάκων συχνοτήτων, σχετικών συχνοτήτων και διαγραμμάτων. Στο δεύτερο κεφάλαιο, εξετάζεται ο έλεγχος ανεξαρτησίας χ2 και παρουσιάζονται τα αποτελέσματα των συσχετίσεων. Στο τρίτο κεφάλαιο, εκτιμώνται μοντέλα πολλαπλής γραμμικής παλινδρόμηση και παρουσιάζονται τα αποτελέσματα τους. Τέλος, στο τέταρτο κεφάλαιο, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της έρευνας και προτείνονται κάποιες προτάσεις.
Η μελέτη κλείνει με την βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε κατά την διάρκεια συγγραφή της και με ένα παράρτημα που περιλαμβάνει το ερωτηματολόγιο της έρευνας.