Περίληψη:
Εισαγωγή/Σκοπός: Η παχυσαρκία έχει εξελιχθεί σε μια ασθένεια του «σύγχρονου κόσμου» με αυξανόμενα ποσοστά, τόσο σε παιδιά, όσο και σε ενήλικες, και αποτελεί μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας καθώς επηρεάζει αρνητικά την υγεία, ξεκινώντας από την πρώιμη παιδική ηλικία. Σκοπός της Διατριβής αυτής είναι να μελετήσει τους προσδιοριστές, αλλά και τις γνώσεις, τις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές των παιδιών ηλικίας 10 έως 12 ετών σε σχέση με την παχυσαρκία. Στη συνέχεια, επιχειρεί να διερευνήσει τον τρόπο με τον οποίο η οικογενειακή δομή επηρεάζει τις γνώσεις, τις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές των προεφήβων σε σχέση με την παχυσαρκία.
Υλικό και Μέθοδοι: Η μελέτη αυτή είναι μια συγχρονική επιδημιολογική μελέτη (παρατήρησης), στην οποία συμμετείχαν 1.728 μαθητές ηλικίας 10 έως 12 ετών από 47 σχολεία της χώρας και οι γονείς τους. Τα χαρακτηριστικά των παιδιών αξιολογήθηκαν μέσω εγκυροποιημένων ερωτηματολογίων, ενώ η κατάσταση βάρους τους ταξινομήθηκε σύμφωνα με τα κριτήρια της Διεθνούς Ομάδας Εργασίας για την Παχυσαρκία. Τα διατροφικά πρότυπα προέκυψαν μέσω διερευνητικής παραγοντικής ανάλυσης. Το KIDMED score χρησιμοποιήθηκε για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης στη μεσογειακή διατροφή των παιδιών. Ένας δείκτης εγγραμματοσύνης υγείας (εύρος τιμών 0-100) δημιουργήθηκε μέσω ενός υβριδικού μοντέλου θεωρίας απόκρισης ερωτήματος, συνδυάζοντας διάφορες πεποιθήσεις και αντιλήψεις των παιδιών για την υγεία. Η πολυμεταβλητή ανάλυση αντιστοιχιών χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία μιας βαθμολογίας για την αξιολόγηση των επιπέδων άγχους των παιδιών.
Αποτελέσματα: Το 64,1% των παιδιών είχε φυσιολογικό βάρος, το 8,4% των παιδιών είχε ελλιπές βάρος, το 22,4% των παιδιών είχε υπερβάλλον βάρος, ενώ το υπόλοιπο 5,1% των παιδιών είχε παχυσαρκία. Η βαθμολογία των συμμετεχόντων παιδιών στον δείκτη προσκόλλησης στη Μεσογειακή διατροφή KIDMED score ήταν 4,54/12, που εκφράζει μέτρια προσκόλληση. Τα παιδιά φαίνεται να ακολουθούν 3 κυρίαρχα διατροφικά πρότυπα («αμυλούχα και πρωτεϊνούχα τρόφιμα», «ανθυγιεινά/φαγητά με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά» και «υγιεινά τρόφιμα»). Η υψηλότερη προσκόλληση στο διατροφικό πρότυπο «υγιεινών τροφών» συσχετίστηκε με χαμηλότερη σχετική πιθανότητα υπερβάλλοντος βάρους/παχυσαρκίας [Σχετικός Λόγος (ΣΛ) = 0,91, 95%, Διάστημα Εμπιστοσύνης (ΔΕ): (0,81-0,98)], ενώ υψηλότερη τήρηση του προτύπου «ανθυγιεινά/φαγητά με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά» συσχετίστηκε με αυξημένη σχετική πιθανότητα υπερβάλλοντος βάρους/παχυσαρκίας [ΣΛ = 1,11, 95% ΔΕ: (1,01-1,23)]. Όσον αφορά τη διάρκεια ύπνου, για κάθε μία επιπλέον ώρα ύπνου τις καθημερινές, η σχετική πιθανότητα υπερβάλλοντος βάρους/παχυσαρκίας μειωνόταν κατά 11%. Τα παιδιά με υψηλή βαθμολογία άγχους, που σχετιζόταν με το σχολείο, είχαν κατά 52% υψηλότερη σχετική πιθανότητα να έχουν υπερβάλλον βάρος/παχυσαρκία, σε σύγκριση με τα παιδιά με χαμηλά επίπεδα άγχους [ΣΛ = 1,52, 95% ΔΕ: (1,09-2,12), p <0,05]. Η πλειονότητα των παιδιών (63,8%) είχε υψηλό επίπεδο εγγραμματοσύνης υγείας.
Συμπεράσματα: Οι συμμετέχοντες μαθητές ηλικίας 10-12 ετών φαίνεται ότι έχουν μέτριες διατροφικές συνήθειες και συμπεριφορές υγείας, που έχουν αντίκτυπο στο σωματικό τους βάρος. Η οικογενειακή δομή, αν και όχι πάντα ξεκάθαρα, φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των διατροφικών συνηθειών, συμπεριφορών και αντιλήψεων των παιδιών που σχετίζονται με την παχυσαρκία. Παρεμβάσεις με στόχο τη βελτίωση των διατροφικών επιλογών, όπως της λήψης πρωινού, τη συμμετοχή σε «υγιεινές» εξωσχολικές δραστηριότητες, την καταπολέμηση του άγχους που σχετίζεται με το σχολικό περιβάλλον και τη βελτίωση της εγγραμματοσύνης σε θέματα που άπτονται της υγείας, κρίνονται αναγκαίες για τη μείωση του επιπολασμού της παιδικής παχυσαρκίας στην Ελλάδα.
Περιγραφή:
240 σ.,εικ.,πίν.,διαγρ.,χάρτες,σχ.