Περίληψη:
Εισαγωγή: Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1 (ΣΔτ1) είναι μια αυτοάνοση χρόνια νόσος που προσβάλλει το πάγκρεας, οδηγώντας τελικά στην πλήρη έλλειψη ινσουλίνης. Η κύρια συνιστώσα της φροντίδας των ασθενών με ΣΔτ1 αποτελεί η ινσουλινοθεραπεία, μέσω εξωγενούς χορήγησης ινσουλίνης είτε με αντλία συνεχούς έγχυσης ινσουλίνης (ΑΣΕ) είτε με σχήμα πολλαπλών ενέσεων (ΣΠΕ). Παράλληλα, η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής είναι επίσης σημαντική για τη διαχείριση της νόσου αλλά και την πρόληψη των επιπλοκών αυτής.
Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η αποτίμηση των συνηθειών τρόπου ζωής ατόμων με ΣΔτ1 και η σύγκριση των παραμέτρων αυτών ανάλογα με τη μέθοδο χορήγησης της ινσουλίνης (ΑΣΕ έναντι ΣΠΕ).
Μεθοδολογία: Στην μελέτη συμμετείχαν 182 άτομα με ΣΔτ1, από τα οποία τα 86 άτομα έφεραν ΑΣΕ και τα 96 άτομα χρησιμοποιούσαν ΣΠΕ. Οι διατροφικές συνήθειες αξιολογήθηκαν μέσω 3 ανακλήσεων 24ωρου, από τις οποίες εκτιμήθηκε η πρόσληψη σε ενέργεια, μακρο- και μικροθρεπτικά συστατικά, και ενός ερωτηματολογίου συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων, από το οποίο εκτιμήθηκε η πρόσληψη βασικών ομάδων τροφίμων. Η προσκόλληση στη Μεσογειακή Δίαιτα (ΜΔ) εκτιμήθηκε με τον δείκτη MedDietScore. Η διαιτητική πρόσληψη ενέργειας και μακροθρεπτικών συστατικών συγκρίθηκαν με τις διαιτητικές συστάσεις της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας, της Καναδικής Διαβητολογικής Εταιρίας και του Ηνωμένου Βασιλείου για τα άτομα με ΣΔ. Η διαιτητική πρόσληψη μικροθρεπτικών συστατικών συγκρίθηκε με τις Διαιτητικές Τιμές Αναφοράς της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων. Η σωματική δραστηριότητα και οι συνήθειες του ύπνου αξιολογήθηκαν με ερωτηματολόγια σταθμισμένα για τον ελληνικό πληθυσμό, το Ερωτηματολόγιο Σωματικής Δραστηριότητας Αθήνας και την Κλίμακα Αϋπνίας Αθηνών, αντίστοιχα. Η αξιολόγηση της γλυκαιμικής ρύθμισης έγινε με βάση την τιμή της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c) των εθελοντών.
Αποτελέσματα: Στο σύνολο του δείγματος παρατηρήθηκε μειωμένη πρόσληψη υδατανθράκων και διαιτητικών ινών, αυξημένη πρόσληψη λιπιδίων, κορεσμένων λιπαρών οξέων και σακχάρων συγκριτικά με τις συστάσεις. Η πρόσληψη βιταμίνης C, βιταμίνης B12, βιταμίνης B6, ασβεστίου, καλίου και μαγνησίου ήταν χαμηλότερη των Διαιτητικών Τιμών Αναφοράς. Οι δύο ομάδες (ΑΣΕ και ΣΠΕ) δεν διέφεραν μεταξύ τους ως προς την ηλικία, τον δείκτη μάζα σώματος και τα χρόνια της νόσου (όλα τα p>0.05). Η HbA1c των ατόμων με ΑΣΕ ήταν χαμηλότερη από εκείνη των ατόμων με ΣΠΕ (7,3 ± 1,0 έναντι 7,8 ± 1,1, p<0,05). Η ομάδα με ΑΣΕ ανέφερε υψηλότερη κατανάλωση οσπρίων, ψαριών και ξηρών καρπών (p<0,05) και καλύτερη προσκόλληση στη ΜΔ (33,7 ± 5,6 έναντι 31,9 ± 4,7, p<0,05) συγκριτικά με την ομάδα με ΣΠΕ. Οι δυο ομάδες δεν διέφεραν ως προς τις συνήθειες σωματικής δραστηριότητας. Μεγαλύτερο ποσοστό ατόμων με ΑΣΕ έτεινε να έχει αϋπνία συγκριτικά με το ποσοστό των ατόμων με ΣΠΕ (38% έναντι 25%, p=0,05).
Συμπεράσματα: Συγκριτικά με τις κατευθυντήριες οδηγίες, το δείγμα ανέφερε μειωμένη πρόσληψη υδατανθράκων, διαιτητικών ινών και μικροθρεπτικών συστατικών (βιταμίνης C, βιταμίνης B12, βιταμίνης B6, ασβεστίου, καλίου και μαγνησίου), αυξημένη πρόσληψη λιπιδίων, κορεσμένων λιπαρών οξέων και σακχάρων. Τα άτομα που φέρουν ΑΣΕ είχαν καλύτερη ποιότητα διατροφής, όπως αυτό αντανακλάται από τη μεγαλύτερη προσκόλληση στη ΜΔ, και καλύτερα επίπεδα HbA1c συγκριτικά με τα άτομα με ΣΠΕ. Ωστόσο, μεγαλύτερο ποσοστό ατόμων με ΑΣΕ έτεινε να πάσχει από αϋπνία συγκριτικά με το ποσοστό των ατόμων με ΣΠΕ.
Λέξεις-κλειδιά:
ύπνος, Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 1, Μεσογειακή δίαιτα, διατροφικές συνήθειες, σωματική δραστηριότητα