Περίληψη:
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα θεωρούνται η πρώτη αιτία θανάτου και ανικανότητας παγκοσμίως.
Τα αίτια ανάγονται σε έναν συνδυασμό παραγόντων κινδύνου (πχ κάπνισμα, ανθυγιεινή
διατροφή, παχυσαρκία, σωματική αδράνεια, αλκοόλ, υπέρταση, διαβήτης και υπερλιπιδαιμία).
Οι πολιτικές υγείας, προτείνουν τη δημιουργία ευνοϊκών περιβαλλόντων, για την προώθηση
υγιεινών επιλογών και συμπεριφορών. Σκοπός της παρούσας μελέτης, είναι να αξιολογηθεί η
σχέση της βιταμίνης D ως προς τον καρδιαγγειακό κίνδυνο έτσι ώστε να εξετασθεί το
ενδεχόμενο χάραξης στρατηγικών με στόχο την πρόληψη ανάπτυξης καρδιαγγειακών παθήσεων
στο μέλλον. Πραγματοποιήθηκε εκτενής αναζήτηση για διαφορετικών ειδών μελέτες , στη βάση
δεδομένων PubMed/MEDLINE, για τη τελευταία δεκαετία. Η διαδικασία επιλογής των μελετών
της ανασκόπησης, απέδωσε 25 μελέτες. Συνολικά, από τις μελέτες που αφορούν την επίπτωση
της ανεπάρκειας βιταμίνης D στους καρδιαγγειακούς παράγοντες , προκύπτουν διάφοροι
μηχανισμοί που φαίνεται πως υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Σημαντικό χαρακτηριστικό
αποτέλεσε η ετερογένεια, ως προς τη μεθοδολογία των μελετών, όπως α) είδος παρεμβάσεων ,
β) συχγυτικοί παράγοντες, γ) μετρήσεις (πχ ανθρωπομετρικές, εργαστηριακές).
Συμπερασματικά, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D
προδιαθέτουν σε αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων. Αν και λίγοι ερευνητές δεν
δέχτηκαν αυτή τη σκέψη και πίστευαν ότι συγχυτικοί παράγοντες όπως δημογραφικοί, τρόπος
ζωής, κοινωνικοί και μεταβολικοί παράγοντες και η αλληλεξάρτηση τους, μπορούν να
επηρεάσουν ως προς την εξαγωγή ενός συνολικά αποδεκτού συμπερασμάτος. Επίσης, στις
διαφωνίες μεταξύ τη επιστημονικής κοινότητας, συμβάλλουν ,η έλλειψη παρακολούθησης σε
κάποιες μελέτες και η διαφορά των τιμών αναφοράς της βιταμίνης D δημιουργώντας
ερωτηματικά όσον αφορά τα επαρκή επίπεδα πρόσληψης που υποδεικνύουν οι σχετικοί
10
οργανισμοί. Συνεπώς, δεν υπάρχει επί του παρόντος καθολική κατευθυντήρια γραμμή για την
αξιολόγηση και τη συμβολή της βιταμίνης D στη διαδικασία θεραπείας καρδιαγγειακών
νοσημάτων . Χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση των επιπέδων βιταμίνης D ως δείκτη ενός
ανθυγιεινού τρόπου ζωής, και την προώθηση της τροποποίησης του τρόπου ζωής των ατόμων,
δηλαδή περισσότερων η έκθεση στο φως του ήλιου, έλεγχος βάρους, αύξηση σωματικής
δραστηριότητας, υιοθέτηση ισορροπημένης διατροφής, διακοπή καπνίσματος και όλους τους
τροποποιήσιμους παράγοντες που επηρεάζουν τόσο τα επίπεδα της βιταμίνης D όσο και τον
καρδιαγγειακό κίνδυνο. Λέξεις κλειδιά: Vitamin D, CVD risk factors, nutrition, health
promotion, prevention