Περίληψη:
Εισαγωγή : Το ΜΣ ή αλλιώς σύνδρομο Χ αντιπροσωπεύει μια κατάσταση υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 και πρώιμης ανάπτυξης καρδιαγγειακών διαταραχών στους ενήλικες. Χαρακτηρίζεται από μια συνάθροιση παραγόντων κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου, στους οποίους περιλαμβάνονται η υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία, η διαταραχή στο μεταβολισμό της γλυκόζης με εμφάνιση ινσουλινοαντίστασης και η κεντρικού τύπου παχυσαρκία.H διαδικασία αθηροσκλήρωσης αρχίζει πολύ νωρίς και συνδέεται με την παχυσαρκία, που έχει πάρει επιδημικές διαστάσεις, καθώς και με τα υπόλοιπα συστατικά του συνδρόμου που όλα μπορούν να εμφανιστούν ακόμη και στην πρώιμη παιδική ηλικία. Σκοπός : Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να παρουσιάσει τον επιπολασμό του ΜΣ σε παιδιά ηλικίας 10-12 ετών στην Ελλάδα και να διερευνήσει τους πιθανούς ανεξάρτητους προδιαθεσικούς παράγοντες που σχετίζονται με την εμφάνισή του. Μεθοδολογία : Το δείγμα αποτελούνταν από 493 παιδιά (229 αγόρια και 264 κορίτσια) ηλικίας 11 ετών από την Κρήτη.Ελήφθησαν δεδομένα για τις διατροφικές συνήθειες, την φυσική δραστηριότητας, την φυσική κατάσταση, τα ανθρωπομετρικά και τα βιοχημικά χαρακτηριστικά των παιδιών όπως επίσης και για το ιατρικό ιστορικό των γονέων των μαθητών. Το ΜΣ ορίστηκε και εκτιμήθηκε με την βοήθεια των κριτηρίων του ATP III, προσαρμοσμένα για παιδιά και εφήβους 12-19 ετών.H ηλικιακή ομάδα στην οποία βασίστηκαν ταίριαζε αρκετά στον πληθυσμό της μελέτης. Αποτελέσματα : O συνολικός επιπολασμός του ΜΣ ήταν 5,4%, 3% στα αγόρια και 7,4% στα κορίτσια, χωρίς ωστόσο αυτή η διαφορά να είναι στατιστικά σημαντική. Μόλις το 0,5% των φυσιολογικού βάρους παιδιών εμφάνισε το ΜΣ, δηλαδή τρεις ή και περισσότερους παράγοντες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους παχύσαρκους μαθητές ανέρχονταν στο 15,2%. Επίσης μόνο τα παχύσαρκα παιδιά εμφάνισαν τέσσερις ή και περισσότερους παράγοντες του συνδρόμου. Γενικά, η αυξημένη αρτηριακή πίεση καθώς και η κεντρική παχυσαρκία ήταν οι πιο διαδεδομένες διαταραχές,. Για τον καθορισμό των ανεξάρτητων προδιαθεσικών παραγόντων του ΜΣ χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της λογαριθμιστικής παλινδρόμησης. Βάσει αυτής προέκυψε ότι τελικά μόνο ο ΔΜΣ και το οικογενειακό ιστορικό ΣΔ επιδρούν ανεξάρτητα στην εμφάνιση του συνδρόμου, ενώ το θηλυκό φύλο, φάνηκε να έχει μια τάση για συσχέτιση με την εμφάνιση του ΜΣ. Η αυξημένη κατανάλωση απλών σακχάρων και η φυσική κατάσταση φάνηκε να επηρεάζουν αλλά όχι ισχυρά στο τελικό μοντέλο παλινδρόμησης, απαιτώντας περισσότερη διερεύνηση. Συμπεράσματα : To αυξημένο σωματικό βάρος των παιδιών και ιδιαίτερα η κεντρικού τύπου παχυσαρκία αποτελούν τους σημαντικότερους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση ΜΣ στα παιδιά, σε αντίθεση με το οικογενειακό ιστορικό ΣΔ που δεν μπορεί να μεταβληθεί. Από τις διαιτητικές συνήθειες μόνο η αυξημένη κατανάλωση απλών σακχάρων φάνηκε να παρουσιάζει μια θετική συσχέτιση με το ΜΣ που ωστόσο δεν ήταν σημαντική. Ενώ τα αποτελέσματα για τα επίπεδα φυσικής δραστηριότητας δεν ήταν τα αναμενόμενα, καθώς δεν εμφανίστηκε καμιά συσχέτιση.Όπως και να έχει όμως, απαιτείται περισσότερη έρευνα πάνω στο συγκεκριμένο τομέα, ώστε να διαμορφωθούν εκείνες οι στρατηγικές δημόσιας υγείας, που θα οδηγήσουν στην έγκαιρη και συνάμα αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτού του συνόλου παθήσεων που συνιστούν το ΜΣ, από τα πρώτα κιόλας στάδια της ζωής των παιδιών.